Ἀλκέτῃ

Ἀλκέτῃ
Ἀλκέτης
masc dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αλκίμαχος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος στρατηγός στη Θράκη (364 π.Χ.) και στον πόλεμο κατά του Φιλίππου B’. 2. Πρέσβης των Μακεδόνων στην Αθήνα το 338 π.Χ. 3. Ζωγράφος της εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 4. Γιος του Αλκέτη, τριήραρχος το 326 323… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”